Σάββατο 1 Ιουνίου 2013


Μαγισσούλα η Πολύχρωμη




Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μικρή μαγισσούλα διαφορετική από τις άλλες, όμορφη και με καλή καρδιά. Όλοι τη φώναζαν  Πολύχρωμη  γιατί της άρεσαν πολύ τα χρώματα.
Απ’ όταν ήταν πολύ μικρή ,όμως,  το παράπονό της ήταν ότι δεν είχε φίλους . Οι άλλες μάγισσες δεν την έκαναν παρέα γιατί τη ζήλευαν για την ομορφιά της. Δεν έμοιαζε με εκείνες ούτε στην εμφάνιση ούτε στην καρδιά.  Πάνω στη δική της σκούπα είχε δέσει ένα γαλάζιο φιόγκο και ο δικός της αγαπημένος της φίλος δεν ήταν ένας μαύρος γάτος αλλά ένας  ροζ  κεφάτος  και παιχνιδιάρης, ο  Κουφέτος. Aντί για μαγικά φίλτρα της άρεσε να φτιάχνει μαρμελάδες κι αντί για μεγάλα μαύρα μυτερά καπέλα της άρεσε να φοράει  μπερεδάκια διακοσμημένα με λουλούδια.
Μια μέρα ξύπνησε πολύ λυπημένη. Δεν άντεχε άλλο. Έπρεπε να κάνει κάτι για να αλλάξει τη ζωή της. Αποφάσισε λοιπόν να γίνει σαν τις υπόλοιπες μάγισσες.
«Τι κέρδισα τόσον καιρό που ήμουν διαφορετική;» σκέφτηκε απογοητευμένη. Έσκισε λοιπόν όλα της τα χρωματιστά ρούχα και τα κλείδωσε μέσα σε ένα μεγάλο μπαούλο στο υπόγειο του σπιτιού της. Έβαψε το σπίτι και τα έπιπλά της γκρίζα. Έλυσε το γαλάζιο φιόγκο από τη σκούπα της και έβαψε μαύρο τον Κουφέτο. Φόρεσε ένα γκρι φουστάνι κι ένα μαύρο καπέλο και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη.  Δεν της άρεσε αυτό που έβλεπε αλλά θα το συνήθιζε με τον καιρό.
Τις πρώτες μέρες όλοι την κοίταζαν παράξενα. Σιγά σιγά όμως τη δέχτηκαν και άρχισαν να την αντιμετωπίζουν σαν όμοιά  τους. Μέχρι και φίλες έκανε. Παίζανε όλες μαζί, πήγαιναν μακρινές βόλτες με τις σκούπες τους, δοκίμαζαν μακριά φουστάνια με μουντά χρώματα, έφτιαχναν μαγικά φίλτρα και τραγουδούσαν λόγια άσχημα και λυπητερά όπως κάνουν όλες οι σωστές μάγισσες.
Μια μέρα όμως μια από τις φίλες της της είπε:
«Δε γίνεται να σε φωνάζουμε πια Πολύχρωμη.»
Κι έτσι της άλλαξαν το όνομα. Μονόχρωμη. Σίγουρα τώρα πια αυτό της ταίριαζε καλύτερα.
Κι οι μέρες κυλούσαν. Κι όσο αυτές κυλούσαν, τόσο η μικρή μαγισσούλα, γινόταν όλο και πιο μονόχρωμη στην εμφάνιση και στην καρδιά. Λυπόταν.Της έλειπε η παλιά πολύχρωμη ζωή της. Ήταν πιο κεφάτη τότε και χαμογελαστή. Το σπιτάκι της ήταν χαρούμενο, τώρα  είχε γίνει άχρωμο και θλιβερό. Ακόμη κι ο Κουφέτος ήταν θλιμμένος και σπάνια σηκωνόταν από το μαξιλάρι του.
Κι έτσι πέρασε πολύς καιρός και η μαγισσούλα μεγάλωσε κι έγινε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Μια μέρα άκουσε πως ο πρίγκιπας της χώρας έψαχνε μια κοπέλα να την παντρευτεί.
«Θα μπορούσε να παντρευτεί εμένα» είπε ενθουσιασμένη σε μια φίλη της.
«Οι μάγισσες δεν παντρεύονται πρίγκιπες» τη μάλωσε εκείνη.
Η κοπέλα θύμωσε πολύ. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ένας πρίγκιπας δε γινόταν να αγαπήσει μια μάγισσα. Αυτό ήταν πολύ άδικο. Αποδέχτηκε με κόπο τη μονόχρωμη ζωή της τόσα χρόνια για να γίνει αγαπητή στους άλλους. Δεν ήθελε να δεχτεί και αυτό.
Την ημέρα που θα γινόταν ο χορός στο παλάτι, ξύπνησε χαράματα. Ήθελε να βρει ένα όμορφο φόρεμα να φορέσει το βράδυ ,αλλά δυστυχώς δεν υπήρχε τίποτα πια πολύχρωμο στο σπίτι της.  Όσο κι αν έψαχνε, όλα ήταν γκρίζα.  Τότε, της ήρθε στο μυαλό το μπαούλο που κάποτε είχε καταχωνιάσει όλα τα πολύχρωμα κομμάτια της τότε ζωής της.
Στην αρχή όταν τα είδε όλα στοιβαγμένα γύρω της απελπίστηκε. Τι θα τα έκανε όλα αυτά; Πώς θα ξεκινούσε; Δε γινόταν με ένα μαγικό τρόπο να εμφανιστεί μπροστά της ένα όμορφο καινούριο φόρεμα; Σίγουρα αυτό θα ήταν πιο ξεκούραστο και πιο βολικό.
Ο Κουφέτος που τόση ώρα την παρακολουθούσε προσεκτικά, αποφάσισε να μιλήσει.
«Το ξέρεις ότι αυτό με τα μαγικά φορέματα και τα μαγικά γοβάκια γίνεται μόνο στα παραμύθια, έτσι δεν είναι;»
Η κοπέλα σταμάτησε να κλαίει. Τον κοίταξε στην αρχή με θυμό, μετά με απορία, και μετά με ευγνωμοσύνη.
Της πήρε πολύ χρόνο μέχρι να αποφασίσει τι θα κάνει. Έραβε, ξήλωνε, πετούσε, ξαναέραβε, ξαναξήλωνε, ξαναπετούσε και πάλι από την αρχή. Τη μια στιγμή έδειχνε ενθουσιασμένη που έβγαλε από το σωρό ένα κομμάτι ύφασμα και την άλλη στιγμή βυθιζόταν στην απογοήτευση γιατί δεν είχε καταφέρει αυτό που είχε στο μυαλό της.
Ροζ, κίτρινο, γαλάζιο, πορτοκαλί, πράσινο… Κάθε χρωματιστό κομμάτι υφάσματος που τοποθετούσε στη σωστή του θέση, γέμιζε τα μάτια της με φως και την ψυχή της με αγάπη και χαρά. 
 Μετά από λίγες ώρες, δεν κατάλαβε πώς, βρέθηκε μπροστά στον καθρέφτη ξέπνοη και ταλαιπωρημένη αλλά με ένα καινούριο φόρεμα και μια καινούρια καρδιά.
«Πώς μπόρεσα να ζήσω τόσα χρόνια μέσα στο γκρίζο;», αναρωτήθηκε. «Να έχω όλα αυτά τα χρώματα τόσο κοντά μου και να τα έχω κλεισμένα σε ένα μπαούλο;»
Φυσικά, κατάφερε να πάει στο μεγάλο χορό του παλατιού και να είναι η πιο όμορφη κοπέλα της βραδιάς και φυσικά ο πρίγκιπας δε διάλεξε εκείνη για γυναίκα του γιατί μόνο στα παραμύθια ένας πρίγκιπας παντρεύεται μια μαγισσούλα. Αλλά για την Πολύχρωμη αυτό δεν είχε καμία σημασία. Σημασία είχε ότι κέρδισε ξανά τον εαυτό της!
Όταν μετά από καιρό ο πιστός της φίλος ο ροζ-ξανά Κουφέτος τη ρώτησε αν έχει μετανιώσει που έγινε ξανά η Πολύχρωμη, εκείνη για απάντηση έβαλε μπροστά του ένα πιατάκι με μαρμελάδα φράουλα και του έδεσε ένα γαλάζιο φιόγκο στο λαιμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου