Πέμπτη 18 Απριλίου 2013


Ο σκανταλιάρης Συννεφούλης



Πολύ ψηλά στον ουρανό ζει ένα συννεφάκι πολύ σκανταλιάρικο, που το λένε Συννεφούλη.
Ο Συννεφούλης κάθε πρωί ξυπνάει και αρχίζει το παιχνίδι.
Τρέχει από εδώ και από εκεί χωρίς σταματημό. Κυνηγάει τα άλλα σύννεφα και τους τραβάει τα αυτιά. Μπαίνει μπροστά από τον γερο-Ήλιο και δεν τον αφήνει να φωτίσει. Βουτάει τα γυαλιά του κύριου Άνεμου και εκείνος δε βλέπει προς τα πού να φυσήξει.

Όλοι είναι πολύ θυμωμένοι μαζί του, αλλά ο Συννεφούλης δε σταματά να κάνει σκανταλιές. Γυρίζει παντού και  τραγουδάει:

«Συννεφούλης παίζει τρέχει 
και κανείς δεν τον αντέχει
Συννεφούλης  τραγουδάει, 
τρέχει και χοροπηδάει»

Μια μέρα όμως, όπως έτρεχε ο Συννεφούλης με μεγάλη φόρα και δεν έβλεπε μπροστά του από τα γέλια, δεν πρόσεξε και …τσουπ… έπεσε πάνω σε ένα βουνό.
Στην αρχή γέλασε δυνατά, αλλά όταν προσπάθησε να φύγει δεν μπορούσε. Είχε κολλήσει εκεί και δεν μπορούσε να ξεκολλήσει με τίποτα όσο και αν προσπαθούσε.
Ο Συννεφούλης άρχισε να κλαίει δυνατά.
« Βοηθήστε με», φώναζε αλλά όλοι έκαναν πως δεν τον άκουγαν.
Είχαν βρει την ησυχία τους τώρα που ο Συννεφούλης δεν ήταν εκεί να τους πειράζει.
Τον άκουσε όμως ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Ελευθερία και έτρεξε κοντά του.
«Μη στενοχωριέσαι», του είπε. «Εγώ θα σε βοηθήσω να ξεκολλήσεις από το βουνό».
Τον έπιασε από το χέρι και άρχισε να τον τραβάει δυνατά …ααααα…ώσπου τσουπ..ο Συννεφούλης ξεκόλλησε!
«Σε ευχαριστώ πολύ Ελευθερία», της είπε χαρούμενος και της έδωσε ένα φιλί.
Από τότε, Ο Συννεφούλης και η Ελευθερία έγιναν αχώριστοι φίλοι και παίζουν συνέχεια μαζί. Ο Συννεφούλης σταμάτησε να πειράζει τα άλλα σύννεφα, το γερο-Ήλιο και τον κύριο Άνεμο και όλοι είναι τώρα πολύ πολύ χαρούμενοι! 

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

1ο Μέρος



Ας συστηθούμε.

Είμαι ένα κορίτσι 35 ετών. Αγαπώ την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων και τις δημιουργίες… γενικότερα. Ζω σε ένα διαμέρισμα πάνω από ένα βιβλιοπωλείο του οποίου ο ιδιοκτήτης θέλω να μεταναστεύσει. Να παντρευτεί μια εσκιμώα και να πάνε να ζήσουν σε ένα ιγκλού ή να κερδίσει το λαχείο και να πάει στην Καραϊβική ή να ασπαστεί το βουδισμό και να κλειστεί σε μοναστήρι στα Ιμαλάια ή να αγοράσει ένα σπίτι στον Άρη για να προωθήσει εκεί την καλλιέργεια της πατάτας. Να πάει κάπου τέλος πάντων και να κάνω δικό μου το βιβλιομαγαζάκι του. Αυτό είναι το όνειρό μου. Ένα ολόδικό μου βιβλιοπωλείο. Και συγκεκριμένα ΑΥΤΟ το βιβλιοπωλείο. Θα ήθελα να σας περιγράψω πώς το φαντάζομαι. Μου είναι πιο εύκολο να το ζωγραφίσω. Ας προσπαθήσω να συνδυάσω τις δύο αυτές  λύσεις. Θα σας το ζωγραφίσω με λόγια.

Βλέπω την ταμπέλα του. Ανοιχτό καφέ χρώμα ξύλο, «μπλε της θάλασσας» καλλιγραφικά, ζωγραφιστά με το χέρι γράμματα.«Βιβλιομαγαζάκι». Μέσα βλέπω μεγάλα παράθυρα για να φαίνεται απέναντι η θάλασσα, ταπετσαρία στους τοίχους, ξύλινους πάγκους και βιβλιοθήκες, ξύλινο  πάτωμα, καρό κουρτίνες,  σετ μπερζέρα και στρογγυλό τραπεζάκι με λαμπατέρ σε μία γωνία. Ακριβώς απ’έξω, βλέπω αριστερά κάτω από το παράθυρο ένα παγκάκι, δίπλα του ένα φανοστάτη και δεξιά της πόρτας εισόδου μια επιδαπέδια ταμπέλα- μαυροπίνακα με τις βιβλιο-προτάσεις της ημέρας. Ααα.. θέλω μυρωδιά βανίλιας και πορτοκαλιού στο εσωτερικό και απαλές γλυκές μελωδίες όπως το Valse d'Amelie, να φτάνουν στ' αυτιά μου.

Ωραία όλα αυτά αλλά ξέφυγα λίγο.. Πάμε πάλι..

Είμαι ένα κορίτσι 35 ετών. Αγαπώ την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων και τις δημιουργίες… γενικότερα. Είμαι κόρη, φίλη, αδελφή, εγγονή, ανιψιά, συνάδελφος, πρώην  και «απλά γνωστή». Δε λέω ψέματα συνήθως (εκτός αν με συμφέρει) παρόλο που μου αρέσουν πολύ. Φροντίζω να μην αργώ στα ραντεβού μου και αφήνω το αυτοκίνητό μου να φτάσει στα όριά του πριν του βάλω βενζίνη.
Τα περισσότερα πρωινά αφήνω άστρωτο το κρεβάτι μου γιατί ξυπνάω αργοπορημένα. Επιπλέον, το λιγοστό χρόνο που μου μένει πριν ξεκινήσω για τη δουλειά, στέκομαι αναποφάσιστη μπροστά στην ανοιχτή ντουλάπα με τα ρούχα μου.

Τέλειωσα τη σχολή καλών τεχνών  με μέτριο βαθμό και διορίστηκα στο δημόσιο.  Καθηγήτρια. Καλλιτεχνικών. Η διδασκαλία μου αρέσει τρελά, τα υπόλοιπα όχι.

Είμαι και πολίτης αυτού του κράτους. Πληρώνω τους λογαριασμούς μου πριν λήξουν και τα χρέη μου στην εφορία.  Ακυρώνω πάντα το εισιτήριό μου στα ΜΜΜ και περιμένω υπομονετικά στις ουρές.

Κρατάω πάντα σημειώσεις στα συνέδρια και δε συμμετέχω  ποτέ σε πολιτικές συζητήσεις.

Δεν παρακολουθώ ειδήσεις στην τηλεόραση. Ενημερώνομαι μόνο από τα πεντάλεπτα δελτία στο ραδιόφωνο.

Δεν έχω φίλο/αγόρι/σχέση/εραστή αυτή την περίοδο και δεν ξέρω και αν θα αποκτήσω ποτέ. Θέλω, όμως.

Έχω smart phone και μου αρέσει περισσότερο να «κατεβάζω» παιχνίδια  απ’το να μιλάω ή να στέλνω sms.

Θα μπορούσα να ξεγυμνωθώ κι άλλο στα μάτια σας αλλά δε το επιθυμώ. Νομίζω ότι όλα αυτά αρκούν για να σας κάνω την ερώτηση που ήθελα από την αρχή να σας κάνω.

(Συνεχίζεται…)

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Η σελίδα 112




Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό κοριτσάκι που του άρεσε πολύ να διαβάζει. Όπου στεκόταν κι όπου βρισκόταν, είχε ένα βιβλίο στο χέρι. Δεν τα διάβαζε όμως μόνο. Τα αγαπούσε τα βιβλία της. Στόλιζαν το δωμάτιό της, την καρδιά της, την ίδια της τη ζωή. 
Μια μέρα ενώ καθόταν στη σκιά μιας μουριάς απόλυτα ευτυχισμένη που διάβαζε για πολλοστή φορά τα Ανεμοδαρμένα Ύψη, μία σελίδα, η 23 νομίζω, ξεκόλλησε από το βιβλίο και άρχισε να στροβιλίζεται γύρω της. Δεν ξέρω τι συνέβη, μα ζήλεψαν και οι άλλες σελίδες και ξεκόλλησαν κι αυτές από τον κορμό του βιβλίου και άρχισαν να χορεύουν ένα τρελό χορό γύρω από το μικρό κοριτσάκι. Εκείνο ξαφνιάστηκε αλλά δεν τρόμαξε. Τις σελίδες αυτού του βιβλίου τις γνώριζε τόσα χρόνια. Ήταν φίλες της! Χαμογέλασε και άρχισε κι εκείνη να χορεύει με τα χέρια ψηλά και το φόρεμά της να ανεμίζει στο ελαφρύ αεράκι. Η σελίδα 18 της έκλεισε το μάτι. "Πάμε μια βόλτα" της είπε και της άπλωσε το χέρι. Το κοριτσάκι άλλο που δεν ήθελε. Έκλεισε τα μάτια και αφέθηκε στα χέρια των φίλων της. Όταν τα άνοιξε μετά από λίγα λεπτά, δεν πίστευε στα μάτια της. Όπου και αν κοιτούσε υπήρχαν παντού βιβλία. Τα αγαπημένα της βιβλία. Αυτά που είχε στο δωμάτιό της. "Πού είμαστε;" ρώτησε. "Στη χώρα των βιβλίων", της απάντησε η σελίδα 54.
Το κοριτσάκι κοιτούσε μαγεμένο. " Υπάρχει τέτοια χώρα;"
"Φυσικά και υπάρχει", της εξήγησε η σελίδα 90. "Για κάθε παιδί που αγαπάει πολύ τα βιβλία υπάρχει μια τέτοια χώρα.Αυτή εδώ είναι η δική σου." 
"Και μπορώ να έρχομαι όποτε θέλω;" ζήτησε να μάθει το κοριτσάκι. 
"Φυσικά."
"Πώς;"
"Θα παίρνεις το αγαπημένο σου βιβλίο στο χέρι, θα το ανοίγεις και μόλις αρχίσεις να διαβάζεις, κάποια από τις σελίδες θα σε παίρνει από το χέρι και θα σε πηγαίνει στη χώρα των βιβλίων."
Το κοριτσάκι ενθουσιάστηκε.
"Θα το κάνω.Είστε οι καλύτεροι μου φίλοι", είπε και έκλεισε τα μάτια της ευτυχισμένη.
Όταν τα άνοιξε ξανά, βρισκόταν πάλι κάτω από τη μουριά με το βιβλίο πάνω στα γόνατά της.
Χαμήλωσε τα μάτια στο βιβλίο. Όλες οι σελίδες ήταν πάλι στη θέση τους.
 "Μήπως ονειρεύτηκα; ", αναρωτήθηκε απογοητευμένα. Τότε είδε πως στο σημείο που ήταν ανοιχτό το βιβλίο, η σελίδα 112 έλειπε. Κοίταξε γύρω της μα δεν την είδε πουθενά. Χαμογέλασε. Πρέπει να πάω να τη φέρω πίσω είπε και άρχισε να διαβάζει.